Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Λίγες συμβουλές για να εντοπίσετε τους μύθους για την γλώσσα.

Πριν από όλα συνιστώ θερμά σε κάθε ένα να διαβάσει με προσοχή τους δέκα μύθους για την Ελληνική γλώσσα, που περιέχουν μαζεμένα δέκα κείμενα γλωσσολόγων πάνω σε γνωστούς μύθους για τη γλώσσα μας. http://www2.media.uoa.gr/lectures/linguistic_archives/linguistics0203/10_myths/myths_print.html

  1. Δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες. Είναι μια ευρύτατα αποδεκτή θέση, και μέχρι στιγμής κανείς δεν έχει παρουσιάσει γλωσσολόγο που να διαφωνεί με αυτήν. Όταν λέω κανείς, δεν αναφέρομαι μόνο στο φόρουμ εδώ, αλλά και σε άλλα τρία φόρουμ που έχω παρακολουθήσει ανάλογες συζητήσεις. Ακόμα και ο Μπαμπινιώτης, που είναι μάλλον ο ποιο γνωστός συντηρητικός γλωσσολόγος, ως προς την Ελληνική γλώσσα, αφήνει μόνο υπόνοιες και ουδέποτε τον άκουσα να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Αν δεν βρείτε μια μεγάλη ομάδα γλωσσολόγων που να ισχυρίζονται ότι υπάρχει ανώτερη ή κατώτερη γλώσσα, αναρωτιέμαι γιατί θα το συζητούσε κανείς, μια και υπάρχουν ένα σωρό που ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες.
  2. Η προτεραιότητα της ομιλίας έναντι της γραφής. Συχνά ξεχνιόμαστε και αναφερόμαστε στην γραφή σαν να αποτελεί γλώσσα, όμως η γλώσσα είναι η ομιλούμενη και όχι η γραπτή. Η γραφή αποτελεί συμβολική αναπαράσταση της ομιλίας, με ελάχιστες εξαιρέσεις ειδικών περιπτώσεων, πχ. Νοηματική.
  3. Οι γλώσσες αλλάζουν. Τουλάχιστον οι φυσικές και για αυτές μιλάμε, μια και η μαθηματική “γλώσσα” ή οι γλώσσες υπολογιστών είναι τελείως άλλη κατηγορία και έχουν άλλους όρους δημιουργίας και εξέλιξης. Γενικά ό,τι γράφω ισχύει για τις φυσικές γλώσσες. Η αλλαγή συνίσταται σε αλλαγή της μορφής των λέξεων, της έννοιας που τους αποδίδεται, της δομής της γλώσσας, της προφοράς και γενικά κάθε χαρακτηριστικού της γλώσσας. Οι αλλαγές δεν είναι κακές ή καλές, είναι απλά ένα εγγενές χαρακτηριστικό της γλωσσικής λειτουργίας του ανθρώπου.
  4. Οι αλλαγές στην γλώσσα συνήθως δεν επιβάλλονται, αλλά αποτελούν αποτέλεσμα μιας αυθόρμητης συνδιαλλαγής μεταξύ των συνομιλητών. Μπορεί να θεωρεί κάποιος ότι οι αλλαγές είναι κακές, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι εγγενές γνώρισμα των γλωσσών και κανείς δεν μπορεί να το αποτρέψει. Εξαίρεση αποτελούν οι νεκρές γλώσσες. Προφανώς αυτές δεν αλλάζουν.
  5. Νεκρή γλώσσα λέγεται μια γλώσσα που δεν έχει ομιλητές των οποίων να είναι η μητρική γλώσσα. Η λέξη “νεκρή” όταν αναφερόμαστε σε γλώσσα, είναι καθαρά γλωσσολογικός όρος και δεν φανερώνει υποτίμηση, όπως φαντάζονται μερικοί, ούτε ότι δεν υπάρχει εν “ζωή” κάποια διάλεκτος που να προέρχεται από την νεκρή και να έχει εμφανείς ομοιότητες με την νεκρή. Πχ. Τα Λατινικά είναι νεκρή γλώσσα, παρόλο που έχουμε ένα πλήθος λατινογενών γλωσσών, με εμφανείς ομοιότητες με αυτήν. Γιατί όμως δεν λέμε ότι είναι ζωντανή γλώσσα που πλέον έχει χωριστεί σε διαλέκτους? Η απάντηση είναι απλή, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει λατινικά, εάν έχει σαν μόνο εφόδιο μια μητρική λατινογενή γλώσσα, αλλά χωρίς να εκπαιδευτεί σε αυτή τη γλώσσα. Εάν και εμείς μπορούσαμε να μιλήσουμε αρχαία Ελληνικά έχοντας μάθει μόνο τη γλώσσα από το σπίτι μας, δεν θα θεωρείτο νεκρή.
  6. Οι γλώσσες, εκτός του ότι δεν χωρίζονται σε ανώτερες και κατώτερες, δεν έχουν και συγκεκριμένο αριθμό λέξεων. Κάθε γλώσσα μπορεί να παράγει από την φύση της σαν γλώσσα πρακτικά απεριόριστο αριθμό λέξεων, ώστε να αντιστοιχίσει κάθε έννοια που θέλουν οι συνομιλητές της. Έτσι η αρχαία Ελληνική που θεωρείται ότι είχε σε χρήση λιγότερες λέξεις από την νέα (ναι λιγότερες), δεν αξιολογείται ως προς αυτό το χαρακτηριστικό αρνητικά. Εξ ίσου και η Ν.Ε. Ως προς την Αγγλική.
  7. Η γλώσσα δεν αποτελεί εργαλείο που καθορίζει τις ιδέες που έχουν οι ομιλητές της. Έτσι τα κείμενα της αρχαίας φιλοσοφίας και γενικότερα της παγκόσμιας γραμματείας δεν θεωρούνται επιτεύγματα συνυφασμένα με την γλώσσα των εκάστοτε ομιλητών. Εδώ μια παρατήρηση, θα μπορούσε να πει κανείς ότι αν η γλώσσα δεν έχει έννοιες για ένα θέμα, ο χρήστης της θα πρέπει εκτός από την συλλογιστική να επινοήσει και έννοιες - λέξεις για να την αποδώσει, ενώ αν έχει λέξεις σχετικές θα διευκολυνθεί. Αυτό έχει κάποια βάση, όμως το ότι η μια γλώσσα έχει ήδη κάποιες έννοιες και μια άλλη δεν έχει, δεν είναι χαρακτηριστικό της γλώσσας, αλλά των ομιλητών που της μιας έχουν ήδη δημιουργήσει τις λέξεις, ενώ της άλλης όχι. Οπότε και πάλι η αξιολόγηση αφορά τους ομιλητές και όχι τη φύση της γλώσσας τους.
  8. Ο δανεισμός δεν καθιστά μια γλώσσα ανώτερη ή κατώτερη. Ο δανεισμός αποτελεί φυσικό φαινόμενο της γλώσσας και καθορίζεται από κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες. Όταν οι ομιλητές μιας γλώσσας έχουν ισχυρή θέση σε κάποιο τομέα, τότε η γλώσσα τους τείνει να δίνει δάνεια, και όταν δεν έχουν, να παίρνει. Το πιο χαρακτηριστικό αυτής της λειτουργίας είναι τα αντιδάνεια, όπου η ισχυρή πολιτισμικά ομάδα δίνει τις λέξεις, αλλά όταν άλλες έρχονται σε θέση ισχύος, της δανείζουν τις λέξεις που τους δάνεισε. Ειδικά μπορεί "τιμής ένεκεν" ή παραδοσιακά, να χρησιμοποιείται μια γλώσσα για ονοματοθεσία, όπως η Ελληνική και η Λατινική.
  9. Η γλώσσα αποτελεί σύμβαση μεταξύ των ομιλητών όπου οι λέξεις αντιστοιχούνται σε έννοιες. Στην σύμβαση μπορεί το ένα μέρος να είναι ισχυρότερο (μ.μ.ε). αλλά δεν παύει να είναι σύμβαση. Έτσι σε μια λέξη όταν η σύμβαση αλλάζει, μπορεί να αποδίδεται διαφορετικό περιεχόμενο. Η σύμβαση μπορεί να αλλάξει, για παράδειγμα αν η έννοια που προσδιόριζε αρχικά η λέξη στερείται ενδιαφέροντος από την ομάδα των συνομιλητών. Για παράδειγμα η λέξη αναρχία παύει να περιγράφει μια ορισμένη πολιτική συγκρότηση (πιθανόν ουτοπική), μια και ο λόγος των υποστηρικτών της πολιτικής αυτής δεν βρίσκει βήμα στα μ.μ.ε. για να εκφραστεί δημόσια. Με αποτέλεσμα να περιγράφει πλέον κατά κύριο λόγο μια επιθετική βίαιη δράση. Αντίστοιχα η δημοκρατία ταυτίζεται με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, καθώς η αρχική της έννοια χάνεται στο παρελθόν.....
  10. Οι βαρβαρισμοί (επιλογές στη φωνολογία ή τη μορφολογία που αποκλίνουν από την πρότυπη γλώσσα) και σολοικισμοί (χρήση συντακτικών δομών που διαφοροποιούνται από την πρότυπη γλώσσα όπως διδάσκεται στο σχολείο με βάση τη ρυθμιστική γραμματική), αν και φέρνουν ανατριχίλα σε μερικούς, αποτελούν φυσικό μέσο εξέλιξης της γλώσσας. 
    Έτσι κάποιες από τις "παρατυπίες" της γλώσσας ως προς το πρότυπο που έχουμε διδαχθεί, θα αποτελέσουν το πρότυπο του αύριο. Μάλιστα για ένα διάστημα οι διαφοροποιημένες δομές αναγκαστικά συνυπάρχουν. Τα πιο πάνω όμως δεν σημαίνουν ότι η οποιαδήποτε γλωσσική διατύπωση είναι ισότιμη όσο και να ξεφεύγει από την πρότυπη, και αυτό είναι αυταπόδεικτο γιατί μια διατύπωση “αλού ΄νταλού” δεν θα αποτελεί σύμβαση μεταξύ των ομιλητών.
  11. Η ιστορική ορθογραφία επιλέγεται σχεδόν  από όλους τους σχετικούς με την γλώσσα, αλλά δεν αποτελεί κάποιον απαραβίαστο κανόνα. Έτσι και αυτή αλλάζει βαθμιαία όταν ωριμάζουν οι συνθήκες αλλαγής. Για παράδειγμα, η ορθογραφική αλλαγή που κατάργησε τις περισπωμένες έγινε χωρίς προβλήματα, αντίθετα η κατάργηση των ομόηχων φωνηέντων είναι εξαιρετικά πρώιμη πρόταση που θα δημιουργούσε αντικειμενικά προβλήματα.
  12. Η σύνδεση της λέξης με την έννοια στο μυαλό μας συμβαίνει αυτόματα χωρίς να αναλύσουμε την λέξη. Έτσι η ετυμολογία πρακτικά δεν βοηθά σε κάτι πέρα από την ιστορική κατανόηση της προέλευσης της λέξης και την κατανόηση παρελθόντων κειμένων. Άλλωστε η ετυμολογία της λέξης δεν μας δίνει απαραίτητα γνώση για την σημερινή έννοια της λέξης.
  13. Δεν υπάρχει καμιά εγγενής συσχέτιση ανάμεσα στην λέξη και την έννοια που αποδίδει. Εκτός πιθανά από τις ηχομιμητικές λέξεις (γαβ, μιάου, μπάμ και άλλες....) αλλά και αυτές παίζεται. Δηλαδή, η λέξη μήλο δεν εμφανίζει μια εγγενή συσχέτιση με την έννοια μήλο, αλλά μόνο ιστορική. Η αυθαιρεσία της συσχέτισης λέξης και έννοιας αποτελεί θεμελιώδη κανόνα της γλωσσολογίας ήδη από τον Σωσσύρ (Saussure).
  14. Πότε μια γλώσσα πεθαίνει; Μα φυσικά όταν πάψει να έχει φυσικούς ομιλητές. Μέχρι τότε παραλλάσσεται συνεχώς σε νέες μορφές – διαλέκτους, και επεκτείνει την επιρροή της, ανάλογα με την γενικότερη πολιτισμική δυναμική της ομάδος των ομιλητών της.
  15. Το κύριο χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τη μια γλώσσα από την άλλη δεν είναι το λεξιλόγιο. Άλλωστε το λεξιλόγιο συνεχώς αλλάζει και δέχεται δάνεια από άλλες ομάδες. Μάλλον σημαντικότερο χαρακτηριστικό της είναι η δομή, η οποία αλλάζει με πολύ πιο αργούς ρυθμούς. Έτσι μια γλώσσα θα κάνει πολλά χρόνια για να αλλάξει τον αριθμό των πτώσεων της και πολύ περισσότερα για να αλλάξει την τυχόν συγκολλητική της δομή, αν την αλλάξει ποτέ.
  16. Η πολυπλοκότητα δεν είναι αρετή για μια γλώσσα, ούτε δηλώνει κάποια μεγαλύτερη ακρίβεια στα νοήματα που παράγονται με αυτή. Στην πράξη η πολυπλοκότητα δεν βαρύνει ιδιαίτερα τους φυσικούς της ομιλητές, αλλά μάλλον δυσκολεύει όσους μη φυσικούς τη μαθαίνουν. Οι γλώσσες έχουν την τάση μάλλον να τείνουν προς απλοποίηση, χωρίς αυτό να θεωρείται
    ότι επηρεάζει αρνητικά τους χρήστες τους. Φυσικά η Ελληνική που θεωρείται δύσκολη κατά πολλούς γλώσσα, δεν είναι απαραίτητα η πλέον δύσκολη, αρκεί να αναλογιστούμε ότι άλλες γλώσσες δεν έχουν τέσσερις μόνο πτώσεις αλλά πλησιάζουν τις είκοσι.......

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Αυτοσυνείδηση και παρατήρηση.


Ξέρουμε σήμερα ότι έχουμε δέκα αισθήσεις. Ναι δέκα, πέντε επί πλέον από αυτές που είχαμε ξακαθαρίσει στο παρελθόν ότι έχουμε. Ας πούμε τη ιδιοδεκτική αίσθηση. Επίσης ξέρουμε ότι ορισμένες ικανότητες που έχουμε βελτιώνονται με την κατάλληλη άσκηση. Υποστηρίζουν λοιπόν μερικοί ότι εκτός από αυτές τις δέκα, υπάρχει και μια τουλάχιστον ακόμα, ίσως και δυο, που επιδέχονται εκπαίδευση, για να τις χρησιμοποιήσουμε καλύτερα.
Μια και όμως αυτές οι αισθήσεις δεν έχουν γίνει ακόμα κοινός τόπος στην γλώσσα μας, ούτε είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες, δεν έχουμε και κατάλληλες λέξεις για να τις περιγράψουμε, κάτι που θα μας δυσκολέψει αρκετά την συνεννόηση.
Πάμε λοιπόν, αν υποθέσουμε ότι παρατηρούμε ένα κάδρο στον τοίχο του σπιτιού μας, ξέρουμε ότι αυτό το κάδρο είναι εκτός του τοίχου, ότι δεν είναι ζωγραφισμένο σε αυτόν. Είναι μια γνώση που έχουμε σχεδόν για ότι βλέπουμε. Δηλαδή αναγνωρίζουμε τα αντικείμενα και την θέση τους στο χώρο. Πρόκειται για μια διαδικασία που γίνεται αυτόματα και κατά κανόνα σχεδόν ακαριαία. Τόσο ακαριαία που σπάνια την συνειδητοποιούμε. Έτσι λοιπόν, το κάδρο που βλέπουμε, έχει μια θέση στην εικόνα που έχουμε για το περιβάλλον και η αναγνώρισή του του προσδίδει κάποια σημασία για την ζωή μας σε μια συγκεκριμένη στιγμή, και όλο αυτό συμβαίνει αυτόματα χωρίς να καθορίσουμε την διαδικασία. Μάλιστα στην συντριπτική πλειοψηφία των αντικειμένων που βλέπουμε δεν γίνεται και κάποια ουσιαστική μορφή αναθεώρησης της σημασίας τους. Όπως έχουν ήδη καταχωρηθεί στην μνήμη μας έτσι μένουν.
Όμως όλα αυτά σημαίνουν λίγο πολύ ότι τελικά, δίνουμε λιγότερη σημασία σε αυτό που βλέπουμε, και πολύ πολύ περισσότερη σε αυτό που ξέρουμε για αυτό ήδη. Εφόσον δε το κάδρο δεν αρχίσει να χορεύει, δεν θα ασχοληθούμε και πολύ συχνά με αυτό που βλέπουμε.
Η όλη διαδικασία είναι πολύ καλή και απαραίτητη για την επιβίωσή μας. Μια και δεν γίνεται να αντιδρούμε αποτελεσματικά στο περιβάλλον μας χωρίς αυτοματισμούς, και αυτοί στηρίζονται σε αναγνώριση του περιβάλλοντος και αυτοματοποιημένη αντίδραση σε αυτό.
Όμως υπάρχει ένα σημαντικό όμως. Όταν ενεργοποιείται η μνήμη που καθορίζει και την αναγνώριση, η επαφή μας με τα γεγονότα που μας συμβαίνουν μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Κάτι που όπως είπαμε είναι θεμιτό για την επιβίωσή μας. Όμως όταν ζούμε μέσα στην μνήμη μας, δεν έχουμε νέες εμπειρίες, και πρακτικά αναλισκόμαστε σε μια ανασκόπηση του παρελθόντος μας. Είναι σαν η μνήμη μας να συνδιαλέγεται με το αντικείμενο της παρατήρησής μας παρά εμείς συνολικά. Δεν υπάρχει λόγος να το δεχθείτε όπως το λέω, που άλλωστε δεν είναι και παρά μια φτωχή προσπάθεια να περιγράψω το γεγονός. Όμως το αφήνουμε στην άκρη μήπως και στο μέλλον μπορέσω καλύτερα να εξηγήσω.
Ας πούμε τώρα ότι δοκιμάζω να αφήσω για λίγο στην άκρη την μνήμη μου και να θέσω σε δεύτερη μοίρα την αναγνώριση του αντικειμένου που βλέπω. Μάλλον να μην δώσω σημασία στην όποια αναγνώριση και να δοκιμάσω να το δω σαν μια ολότελα νέα εικόνα – εμπειρία. Φυσικά η γνώση μου για το αντικείμενο δεν χάνεται, ούτε μιλάω για κάτι που θα πάρει πολύ χρόνο, συχνά δέκατα του δευτερολέπτου. Όμως αν το πιάσω σαν αίσθηση, ναι αίσθηση, τότε μπορώ να έχω την γνώση – αναγνώριση του τι βλέπω, αλλά συγχρόνως να το βλέπω σαν κάτι νέο και άγνωστο. Να το προσέχω σαν αυτό που μου φέρνουν τα αισθητήρια όργανά μου στο νού. Και αυτή η διπλή αντίληψη για το αντικείμενο δεν χάνετε σε μια στιγμή αλλά μπορεί να κρατά για ώρες, φυσικά όχι με το ίδιο αντικείμενο, αλλά με συνεχώς εναλλασσόμενα αντικείμενα που πέφτουν στην αντίληψή μας.
Ένας τέτοιος τρόπος αντίληψης των ερεθισμάτων έχει ένα άμεσο αποτέλεσμα. Εκεί που ζούσα στο παρελθόν, μέσα από την μνήμη, τώρα ζω στο παρόν και ένα κομμάτι του μυαλού μου μου προσφέρει την μνήμη για όπου την χρειάζομαι.
Τώρα λοιπόν με αυτό το νέο τρόπο παρατήρησης έχω την ευχέρεια να έχω περισσότερες νέες εμπειρίες, ακόμα και με στοιχεία του περιβάλλοντος που έχουν χιλοφορεθεί στην ζωή μου, πλέον μπορούν να αποτελούν μια νέα εμπειρία μια και τα παρατηρώ χωρίς την βοήθεια, ή τουλάχιστον χωρίς μόνο την βοήθεια του παρελθόντος.
Μια άμεση επίδραση του τρόπου αυτού της αντίλληψης είναι ότι έχω την αίθσηση ότι βλέπω (ή ακούω ή αισθάνομαι με όποιο αισθητήριο όργανό εστιάζομαι) περισσότερα πράγματα από όσα πριν αποκτήσω αυτή την αντίληψη για τα πράγματα. Μια έμμεση είναι ότι τώρα, καθώς παρατηρώ χωρίς στο βάρος του παρελθόντος έχω την ευχέρεια να δω νέες πτυχές του αντικειμένου που δεν είχα προσέξει πριν. Ένα κάδρο δεν είναι μόνο ένα κάδρο, έχει φωτοσκιάσεις που δεν έχω προσέξει, χρώματα που προσπερνώ, σημαίνουσα σημασία ή ασήμαντη ανάλογα με την προοπτική που δίνω στην εμπειρία, έχει μια συμμετρία και μια αντίθεση με τον υπόλοιπό χώρο, ανασύρει μνήμες, τις οποίες τώρα συνειδητοποιώ ότι έχω από δάφτο (εδώ έχουμε μια πιθανή αντίφαση αφού είπαμε ότι αφήνουμε στην άκρη την μνήμη, αλλά και η μνήμη είναι μια εμπειρία που μπορούμε, αν και κάπως δύσκολα να παρατηρήσουμε με ένα νέο μάτι).
Ακόμα μπορεί να παρατηρήσουμε ότι καθώς εστιάζομαι στο γεγονός που μου συμβαίνει, εν προκειμένω το κάδρο που βλέπω, έχω λιγότερες σκέψεις, ή οι συνειρμοί κοινούντε με μικρότερη ταχύτητα, ή βρίσκω κενά ανάμεσα στις σκέψεις που δεν ήξερα ότι υπήρχαν.
Το ότι έχουμε πολύ περισσότερες εμπειρίες, και λιγότερες σκέψεις, έχει και μια έμμεση συνέπεια ακόμα. Ξαφνικά τα δευτερόλεπτα που χτυπάει το ρολόι έχουν μέσα τους περισσότερες εμπειρίες από όσες είχαν πριν, με τον συνηθισμένο τρόπο εγρήγορσης. Άρα βιώνω μια μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, πολύ μεγαλύτερη, για όσο χρόνο παρατηρώ έτσι. Όσο είμαι χαμένος σε σκέψεις είναι κάπως σαν να μην ζω....
Είναι κάπως σαν να μην υπάρχω.
Και έτσι φτάνουμε στο δεύτερο σημείο που πρέπει να προσέξουμε για να πιάσουμε την νέα αίσθηση, την αυτοσυνείδηση. Δηλαδή την αίσθηση ότι εγώ υπάρχω.

Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Με αφορμή κάποιες φυλετικές απόψεις (από τις πλέον σοβαρές σαν επιχειρηματολογία)

Άγνωστε εθνικοσοσιαλιστή

Μια και η βιολογία είναι ένα κεντρικό σημείο της φυλετικής ιδεολογίας θα μου επιτρέψεις να σου συστήσω να ασχοληθείς πιο σοβαρά με το θέμα. Ίσως καταλήξεις ότι πρέπει να ανασκευάσεις μερικές θέσεις σου.
Θα σου δώσω ένα δυο παραδείγματα. Οι φυλετικές διαφορές εμφανίζουν (τουλάχιστον μέχρι πριν από μερικές εκατονταετίες) μια συνεχή κατανομή από βορά προς νότο και από ανατολή προς δύση. Δεν υπάρχουν καθορισμένα έθνη με φυλετικά χαρακτηριστικά. Μια πολύ καλή έρευνα πάνω στο θέμα παρουσιάζεται στο βιβλίο "αναθεωρημένη μαύρη Αθηνά" που καταρρίπτει τις δοξασίες της "μαύρης Αθηνάς".

Σε μια ομάδα που έχει σχετικά ομοιογενή φυλετικά χαρακτηριστικά, οι γονιδιακές διαφορές που παρουσιάζει στην δεξαμενή της μπορεί να είναι μεγαλύτερες από αυτές που παρουσιάζουν μέλη της, με μέλη μιας άλλης σχετικά ομοιογενούς φυλετικά ομάδος. Ο λόγος είναι ότι τα χαρακτηριστικά που χαρακτηρίζουμε σαν φυλετικά πχ. το χρώμα του δέρματος, δεν περιγράφουν συνολικά την γενετική δεξαμενή, αλλά μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της που αφορά περιβαλλοντολογική προσαρμογή. Η δεξαμενή όμως εμφανίζει πολύ μεγαλύτερη διακύμανση στο σύνολο των βιολογικών χαρακτηριστικών. Έτσι μπορεί να βρεις ιστό-συμβατότητα μεταξύ αράπηδων και λευκών, ενώ δύο παρόμοιων φυλετικών χαρακτηριστικών λευκοί να εμφανίζουν άνισο-συμβατότητα.

Οι γονιδιακές διαφορές ανάμεσα σε ανθρώπους είναι όμως τελικά ελάχιστες, και μιλάμε για όλους τους ανθρώπους όλων των φυλών. Για την ακρίβεια και οι διαφορές μας με τους πιθήκους αλλά και τα περισσότερα θηλαστικά είναι ασήμαντες σαν ποσοστό της πληροφορίας που περιέχει συνολικά η γονιδιακή δεξαμενή του dna. Και για να πάω ένα βήμα πάρα πέρα, οι διαφορές μας με τα περισσότερα ανώτερα ζώα είναι μικρές. Ίσως για αυτό και ο αλτρουισμός μερικές φορές ξεπερνά τα στενά πλαίσια της οικογένειας ή της φυλής και επεκτείνεται σε όλη την ανθρωπότητα ή ακόμα και σε ζώα.
Αντίστοιχα ξέρουμε ότι ζώα μπορεί να εμφανίσουν αυτοθυσία για να προστατεύσουν έμβια όντα άλλου είδους, με πολύ χαρακτηριστική την περίπτωση των σκύλων και των αφεντικών τους. Γενικά η γνώση μας πάνω στον μηχανισμό της αλληλεγγύης είναι σχετικά μικρή. Η κοινωνιοβιολογία είναι μάλλον μια νέα επιστήμη.

Η ανάμειξη των φυλών, εμπεριέχει κάποια πολύ σημαντικά βελτιωτικά στοιχεία για τα είδη. Το πρώτο και πασιφανές είναι ότι αυξάνει την ποικιλομορφία της γενετικής δεξαμενής, άρα δίνει ώθηση στην εξελικτική διαδικασία, αλλά και αυξάνει την αντοχή της ομάδας σε ιογενείς προσβολές.
Το δεύτερο είναι ότι επιτρέπει την ταχεία προσαρμογή σε περιβαλλοντολογικές αλλαγές.
Θα σου δώσω ένα παράδειγμα, η ηλιακή ακτινοβολία ξέρουμε ότι πλέον έχει επιζήμιες επιδράσεις λόγο πιθανά της μείωσης του όζοντος στην ατμόσφαιρα. Για αυτό και συνίσταται να αποφεύγουμε την μακροχρόνια έκθεση στον ήλιο το καλοκαίρι που αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος. Το γεγονός αυτό πριμοδοτεί την εξελικτική αλλαγή προς πλέον σκουρόχρωμα δέρματα, άρα η εισαγωγή ατόμων στην ομάδα που εμφανίζουν αυξημένη μελανίνη μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα στην ταχύτερη προσαρμογή των κατοικούνταν στην εύκρατη ζώνη στο περιβάλλον (ίσως λοιπόν η προώθηση μεταναστών από Αφρική στην Ευρώπη να έχει και κάποια μικρή εξελικτική βάση, ενώ οι πιο λευκοί από μας, ίσως θα πρέπει να μετακινηθούν βορειότερα και να γονιμοποιήσουν τους αρπρούλιακες που στερούνται μελανίνης).

Μπορεί να έχεις ένα κάρο αντιρρήσεις για τις απόψεις που γράφω. Αλλά περισσότερο στις γράφω γιατί εκτίμησα την προσπάθεια που κάνουν μερικοί να αρθρώσουν ένα αξιοπρεπή λόγο πάνω σε φυλετικές θεωρίες και γιατί πιστεύω ότι τα λάθη του εθνικισμού βρίσκονται στην αποδοχή φυλετικών θεωριών για το έθνος. Οπότε αν γίνω αφορμή να διαβάσουν κάποιοι από όλους τους πολίτες καλύτερα πέντε πράγματα στην βιολογία, έστω και αν δεν συμφωνήσουν μαζί μου, ίσως γιατί εγώ δεν τα κατάλαβα καλά, θα είναι κέρδος για όλους μας.