Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Λίγες συμβουλές για να εντοπίσετε τους μύθους για την γλώσσα.

Πριν από όλα συνιστώ θερμά σε κάθε ένα να διαβάσει με προσοχή τους δέκα μύθους για την Ελληνική γλώσσα, που περιέχουν μαζεμένα δέκα κείμενα γλωσσολόγων πάνω σε γνωστούς μύθους για τη γλώσσα μας. http://www2.media.uoa.gr/lectures/linguistic_archives/linguistics0203/10_myths/myths_print.html

  1. Δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες. Είναι μια ευρύτατα αποδεκτή θέση, και μέχρι στιγμής κανείς δεν έχει παρουσιάσει γλωσσολόγο που να διαφωνεί με αυτήν. Όταν λέω κανείς, δεν αναφέρομαι μόνο στο φόρουμ εδώ, αλλά και σε άλλα τρία φόρουμ που έχω παρακολουθήσει ανάλογες συζητήσεις. Ακόμα και ο Μπαμπινιώτης, που είναι μάλλον ο ποιο γνωστός συντηρητικός γλωσσολόγος, ως προς την Ελληνική γλώσσα, αφήνει μόνο υπόνοιες και ουδέποτε τον άκουσα να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Αν δεν βρείτε μια μεγάλη ομάδα γλωσσολόγων που να ισχυρίζονται ότι υπάρχει ανώτερη ή κατώτερη γλώσσα, αναρωτιέμαι γιατί θα το συζητούσε κανείς, μια και υπάρχουν ένα σωρό που ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες.
  2. Η προτεραιότητα της ομιλίας έναντι της γραφής. Συχνά ξεχνιόμαστε και αναφερόμαστε στην γραφή σαν να αποτελεί γλώσσα, όμως η γλώσσα είναι η ομιλούμενη και όχι η γραπτή. Η γραφή αποτελεί συμβολική αναπαράσταση της ομιλίας, με ελάχιστες εξαιρέσεις ειδικών περιπτώσεων, πχ. Νοηματική.
  3. Οι γλώσσες αλλάζουν. Τουλάχιστον οι φυσικές και για αυτές μιλάμε, μια και η μαθηματική “γλώσσα” ή οι γλώσσες υπολογιστών είναι τελείως άλλη κατηγορία και έχουν άλλους όρους δημιουργίας και εξέλιξης. Γενικά ό,τι γράφω ισχύει για τις φυσικές γλώσσες. Η αλλαγή συνίσταται σε αλλαγή της μορφής των λέξεων, της έννοιας που τους αποδίδεται, της δομής της γλώσσας, της προφοράς και γενικά κάθε χαρακτηριστικού της γλώσσας. Οι αλλαγές δεν είναι κακές ή καλές, είναι απλά ένα εγγενές χαρακτηριστικό της γλωσσικής λειτουργίας του ανθρώπου.
  4. Οι αλλαγές στην γλώσσα συνήθως δεν επιβάλλονται, αλλά αποτελούν αποτέλεσμα μιας αυθόρμητης συνδιαλλαγής μεταξύ των συνομιλητών. Μπορεί να θεωρεί κάποιος ότι οι αλλαγές είναι κακές, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι εγγενές γνώρισμα των γλωσσών και κανείς δεν μπορεί να το αποτρέψει. Εξαίρεση αποτελούν οι νεκρές γλώσσες. Προφανώς αυτές δεν αλλάζουν.
  5. Νεκρή γλώσσα λέγεται μια γλώσσα που δεν έχει ομιλητές των οποίων να είναι η μητρική γλώσσα. Η λέξη “νεκρή” όταν αναφερόμαστε σε γλώσσα, είναι καθαρά γλωσσολογικός όρος και δεν φανερώνει υποτίμηση, όπως φαντάζονται μερικοί, ούτε ότι δεν υπάρχει εν “ζωή” κάποια διάλεκτος που να προέρχεται από την νεκρή και να έχει εμφανείς ομοιότητες με την νεκρή. Πχ. Τα Λατινικά είναι νεκρή γλώσσα, παρόλο που έχουμε ένα πλήθος λατινογενών γλωσσών, με εμφανείς ομοιότητες με αυτήν. Γιατί όμως δεν λέμε ότι είναι ζωντανή γλώσσα που πλέον έχει χωριστεί σε διαλέκτους? Η απάντηση είναι απλή, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει λατινικά, εάν έχει σαν μόνο εφόδιο μια μητρική λατινογενή γλώσσα, αλλά χωρίς να εκπαιδευτεί σε αυτή τη γλώσσα. Εάν και εμείς μπορούσαμε να μιλήσουμε αρχαία Ελληνικά έχοντας μάθει μόνο τη γλώσσα από το σπίτι μας, δεν θα θεωρείτο νεκρή.
  6. Οι γλώσσες, εκτός του ότι δεν χωρίζονται σε ανώτερες και κατώτερες, δεν έχουν και συγκεκριμένο αριθμό λέξεων. Κάθε γλώσσα μπορεί να παράγει από την φύση της σαν γλώσσα πρακτικά απεριόριστο αριθμό λέξεων, ώστε να αντιστοιχίσει κάθε έννοια που θέλουν οι συνομιλητές της. Έτσι η αρχαία Ελληνική που θεωρείται ότι είχε σε χρήση λιγότερες λέξεις από την νέα (ναι λιγότερες), δεν αξιολογείται ως προς αυτό το χαρακτηριστικό αρνητικά. Εξ ίσου και η Ν.Ε. Ως προς την Αγγλική.
  7. Η γλώσσα δεν αποτελεί εργαλείο που καθορίζει τις ιδέες που έχουν οι ομιλητές της. Έτσι τα κείμενα της αρχαίας φιλοσοφίας και γενικότερα της παγκόσμιας γραμματείας δεν θεωρούνται επιτεύγματα συνυφασμένα με την γλώσσα των εκάστοτε ομιλητών. Εδώ μια παρατήρηση, θα μπορούσε να πει κανείς ότι αν η γλώσσα δεν έχει έννοιες για ένα θέμα, ο χρήστης της θα πρέπει εκτός από την συλλογιστική να επινοήσει και έννοιες - λέξεις για να την αποδώσει, ενώ αν έχει λέξεις σχετικές θα διευκολυνθεί. Αυτό έχει κάποια βάση, όμως το ότι η μια γλώσσα έχει ήδη κάποιες έννοιες και μια άλλη δεν έχει, δεν είναι χαρακτηριστικό της γλώσσας, αλλά των ομιλητών που της μιας έχουν ήδη δημιουργήσει τις λέξεις, ενώ της άλλης όχι. Οπότε και πάλι η αξιολόγηση αφορά τους ομιλητές και όχι τη φύση της γλώσσας τους.
  8. Ο δανεισμός δεν καθιστά μια γλώσσα ανώτερη ή κατώτερη. Ο δανεισμός αποτελεί φυσικό φαινόμενο της γλώσσας και καθορίζεται από κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες. Όταν οι ομιλητές μιας γλώσσας έχουν ισχυρή θέση σε κάποιο τομέα, τότε η γλώσσα τους τείνει να δίνει δάνεια, και όταν δεν έχουν, να παίρνει. Το πιο χαρακτηριστικό αυτής της λειτουργίας είναι τα αντιδάνεια, όπου η ισχυρή πολιτισμικά ομάδα δίνει τις λέξεις, αλλά όταν άλλες έρχονται σε θέση ισχύος, της δανείζουν τις λέξεις που τους δάνεισε. Ειδικά μπορεί "τιμής ένεκεν" ή παραδοσιακά, να χρησιμοποιείται μια γλώσσα για ονοματοθεσία, όπως η Ελληνική και η Λατινική.
  9. Η γλώσσα αποτελεί σύμβαση μεταξύ των ομιλητών όπου οι λέξεις αντιστοιχούνται σε έννοιες. Στην σύμβαση μπορεί το ένα μέρος να είναι ισχυρότερο (μ.μ.ε). αλλά δεν παύει να είναι σύμβαση. Έτσι σε μια λέξη όταν η σύμβαση αλλάζει, μπορεί να αποδίδεται διαφορετικό περιεχόμενο. Η σύμβαση μπορεί να αλλάξει, για παράδειγμα αν η έννοια που προσδιόριζε αρχικά η λέξη στερείται ενδιαφέροντος από την ομάδα των συνομιλητών. Για παράδειγμα η λέξη αναρχία παύει να περιγράφει μια ορισμένη πολιτική συγκρότηση (πιθανόν ουτοπική), μια και ο λόγος των υποστηρικτών της πολιτικής αυτής δεν βρίσκει βήμα στα μ.μ.ε. για να εκφραστεί δημόσια. Με αποτέλεσμα να περιγράφει πλέον κατά κύριο λόγο μια επιθετική βίαιη δράση. Αντίστοιχα η δημοκρατία ταυτίζεται με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, καθώς η αρχική της έννοια χάνεται στο παρελθόν.....
  10. Οι βαρβαρισμοί (επιλογές στη φωνολογία ή τη μορφολογία που αποκλίνουν από την πρότυπη γλώσσα) και σολοικισμοί (χρήση συντακτικών δομών που διαφοροποιούνται από την πρότυπη γλώσσα όπως διδάσκεται στο σχολείο με βάση τη ρυθμιστική γραμματική), αν και φέρνουν ανατριχίλα σε μερικούς, αποτελούν φυσικό μέσο εξέλιξης της γλώσσας. 
    Έτσι κάποιες από τις "παρατυπίες" της γλώσσας ως προς το πρότυπο που έχουμε διδαχθεί, θα αποτελέσουν το πρότυπο του αύριο. Μάλιστα για ένα διάστημα οι διαφοροποιημένες δομές αναγκαστικά συνυπάρχουν. Τα πιο πάνω όμως δεν σημαίνουν ότι η οποιαδήποτε γλωσσική διατύπωση είναι ισότιμη όσο και να ξεφεύγει από την πρότυπη, και αυτό είναι αυταπόδεικτο γιατί μια διατύπωση “αλού ΄νταλού” δεν θα αποτελεί σύμβαση μεταξύ των ομιλητών.
  11. Η ιστορική ορθογραφία επιλέγεται σχεδόν  από όλους τους σχετικούς με την γλώσσα, αλλά δεν αποτελεί κάποιον απαραβίαστο κανόνα. Έτσι και αυτή αλλάζει βαθμιαία όταν ωριμάζουν οι συνθήκες αλλαγής. Για παράδειγμα, η ορθογραφική αλλαγή που κατάργησε τις περισπωμένες έγινε χωρίς προβλήματα, αντίθετα η κατάργηση των ομόηχων φωνηέντων είναι εξαιρετικά πρώιμη πρόταση που θα δημιουργούσε αντικειμενικά προβλήματα.
  12. Η σύνδεση της λέξης με την έννοια στο μυαλό μας συμβαίνει αυτόματα χωρίς να αναλύσουμε την λέξη. Έτσι η ετυμολογία πρακτικά δεν βοηθά σε κάτι πέρα από την ιστορική κατανόηση της προέλευσης της λέξης και την κατανόηση παρελθόντων κειμένων. Άλλωστε η ετυμολογία της λέξης δεν μας δίνει απαραίτητα γνώση για την σημερινή έννοια της λέξης.
  13. Δεν υπάρχει καμιά εγγενής συσχέτιση ανάμεσα στην λέξη και την έννοια που αποδίδει. Εκτός πιθανά από τις ηχομιμητικές λέξεις (γαβ, μιάου, μπάμ και άλλες....) αλλά και αυτές παίζεται. Δηλαδή, η λέξη μήλο δεν εμφανίζει μια εγγενή συσχέτιση με την έννοια μήλο, αλλά μόνο ιστορική. Η αυθαιρεσία της συσχέτισης λέξης και έννοιας αποτελεί θεμελιώδη κανόνα της γλωσσολογίας ήδη από τον Σωσσύρ (Saussure).
  14. Πότε μια γλώσσα πεθαίνει; Μα φυσικά όταν πάψει να έχει φυσικούς ομιλητές. Μέχρι τότε παραλλάσσεται συνεχώς σε νέες μορφές – διαλέκτους, και επεκτείνει την επιρροή της, ανάλογα με την γενικότερη πολιτισμική δυναμική της ομάδος των ομιλητών της.
  15. Το κύριο χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τη μια γλώσσα από την άλλη δεν είναι το λεξιλόγιο. Άλλωστε το λεξιλόγιο συνεχώς αλλάζει και δέχεται δάνεια από άλλες ομάδες. Μάλλον σημαντικότερο χαρακτηριστικό της είναι η δομή, η οποία αλλάζει με πολύ πιο αργούς ρυθμούς. Έτσι μια γλώσσα θα κάνει πολλά χρόνια για να αλλάξει τον αριθμό των πτώσεων της και πολύ περισσότερα για να αλλάξει την τυχόν συγκολλητική της δομή, αν την αλλάξει ποτέ.
  16. Η πολυπλοκότητα δεν είναι αρετή για μια γλώσσα, ούτε δηλώνει κάποια μεγαλύτερη ακρίβεια στα νοήματα που παράγονται με αυτή. Στην πράξη η πολυπλοκότητα δεν βαρύνει ιδιαίτερα τους φυσικούς της ομιλητές, αλλά μάλλον δυσκολεύει όσους μη φυσικούς τη μαθαίνουν. Οι γλώσσες έχουν την τάση μάλλον να τείνουν προς απλοποίηση, χωρίς αυτό να θεωρείται
    ότι επηρεάζει αρνητικά τους χρήστες τους. Φυσικά η Ελληνική που θεωρείται δύσκολη κατά πολλούς γλώσσα, δεν είναι απαραίτητα η πλέον δύσκολη, αρκεί να αναλογιστούμε ότι άλλες γλώσσες δεν έχουν τέσσερις μόνο πτώσεις αλλά πλησιάζουν τις είκοσι.......

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου