Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010

Από μια συζήτηση σχετικά με τα ψυχοφάρμακα.


Η σελίδα που αναφέρεσαι είναι η http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=1&artId=4489460
Το ενδιαφέρον μου για το θέμα είναι προσωπικό. Με έχει απασχολήσει και με απασχολεί, για άτομα του στενού και του ευρύτερου κύκλου μου.
Δεν είμαι δα και φαρμακολάγνος. Πριν μερικά χρόνια, επέλεξα την διακοπή αγωγής αλοπεριντίν, σε ασθενή που είχα την ευθύνη του.
Αλλά βλέπω μια υπερβολική φοβία, για την χρήση φαρμάκων που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν ψυχολογικά προβλήματα. Πολλές φορές βλέπω να συστήνεται «ελαφρά την καρδία» ακόμα και η διακοπή μιας θεραπείας, από άτομα που δεν έχουν καμία ειδίκευση στο θέμα. Η κατάσταση φτάνει και στα όρια του γελοίου, καθώς μερικοί αποφεύγουν ακόμα και ομοιοπαθητικά (πχ ιάματα Bach) όταν υποψιάζονται ότι θα επηρεάσουν την ψυχολογία τους. Ενώ αποδέχονται (για να μην πω επιλέγουν) να ζουν, με τρόπο που επιδρά με πολλούς, ακόμα και χημικούς, τρόπους, στην ψυχολογία τους.

Για να μην ξεφεύγουμε σε λάθος δρόμους, δεν συζητάμε αν οι γιατροί θα προτιμήσουν ένα ακριβό φάρμακο νέας γενιάς, από ένα φτηνό παλαιότερης κοπής. Δηλαδή, αν στην επιλογή μεταξύ ισότιμων φαρμακευτικών θεραπειών, παίζουν ρόλο ιδιοτελή κριτήρια. Αυτό είναι θέμα άλλου νήματος.
Εδώ μιλάμε για την αναγκαιότητα, έκταση και αποτελεσματικότητα, της φαρμακευτικής αγωγής σε περιπτώσεις ψυχολογικών προβλημάτων.
Αυτό μεταφράζεται ότι για να κρίνουμε την εξέλιξη της χρήσης ψυχοφαρμάκων στην Ελλάδα, δεν μας ενδιαφέρει (εδώ) το κόστος την φαρμακευτικής θεραπείας, ούτε η αύξηση της χρήσης ενός συγκεκριμένου φαρμάκου, αλλά του συνόλου των δόσεων, που χρησιμοποιούνται στην θεραπεία των ασθενών με ψυχολογικά προβλήματα μιας κατηγορίας.

Και εδώ τα νούμερα πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά. Μια καμπάνια που έγινε πριν λίγα χρόνια, σχετικά με την αναγνώριση της κατάθλιψης, σε ηλικιωμένους, είναι σίγουρο ότι θα μεταφράστηκε μεσοπρόθεσμα, σε αύξηση της χρήσης των αντικαταθλιπτικών στην Ελλάδα. Κάτι απολύτως θεμιτό (για όσους υποθέτουν ότι τα αντικαταθλιπτικά έχουν αποτέλεσμα).
Τα ηλικιωμένα άτομα αν και αποτελούν το 10% του πληθυσμού καταναλώνουν περίπου 30% των φαρμάκων. Αυτό σημαίνει ότι η αναγνώριση της κατάθλιψης σαν πρόβλημα συνδεδεμένο με την μεγάλη ηλικία, θα εκτοξεύσει τον αριθμό των φαρμακευτικών δόσεων αντικαταθλιπτικών στα ύψη.
Αλλά η εκτίμηση των στοιχείων έχει και άλλους παράγοντες. http://www.iatrikionline.gr/M_polit_1Me8odo.htm
http://www.healthview.gr/node/12237
Ένα ποσοστό 30% των φαρμακευτικών δόσεων υπολογίζεται ότι εξάγεται σε χώρες που το κόστος των φαρμάκων είναι υψηλότερο. Και αυτό το ποσοστό εμφανίζεται σαν κατανάλωση στην χώρα μας.
Στην Ελλάδα οι δόσεις που καταναλώνονται στα νοσοκομεία συνυπολογίζονται, ενώ σε άλλες χώρες η κατανάλωση αναφέρεται μόνο στην ιδιωτική.
Στην Ελλάδα, η περίοδος 1995 – 2003 που αναφέρεται η εκθετική αύξηση της κατανάλωσης στην παραπομπή σου, συμπίπτει και με την ραγδαία αύξηση των εξαγωγών φαρμάκων. Το 1996 υπολογίζεται σε 17 δισεκ. δρ. Και το 2000 εκτινάσεται στα 103 δισεκ. δρ.
Η Ελλάδα έχει μερικές ακόμα ιδιαιτερότητες. Καθαρίζοντας το φαρμακείο μου πέταξα πολλά άθικτα ληγμένα κουτιά. Κάθε σπίτι διατηρεί μια μικρή φαρμακαποθήκη που πολλές φορές πάει στα σκουπίδια άθικτη.
Εδώ πρέπει αν συν-υπολογίζουμε το αν η αυξημένη κατανάλωση φαρμάκων, μπορεί να συσχετιστεί με μειωμένο χρόνο νοσηλείας. Και επειδή τα κρεβάτια και η ποιοτική νοσηλεία είναι σπάνια (και μάλιστα στο θέμα που συζητάμε), ίσως επιλέγεται σε μερικές περιπτώσεις η φαρμακευτική αντιμετώπιση, σαν λύση ανάγκης. Γνωστό το δίλημμα. Το έχω δει μάλιστα να παίζει, σε περίπτωση σχετική με το θέμα.
Στην σελίδα που παραπέμπεις, ενώ αναφέρει σημαντικές αυξήσεις 9,5%, σε ένα φάρμακο νέας γενιάς το Ζyprexa που βάζει σαν παράδειγμα η αύξηση μας λέει ότι είναι 2%, ένα πολύ λογικό νούμερο.
Οπότε η αύξηση που αναφέρεται στο άρθρο αν δεν αναλυθεί δεν λέει και τίποτα.
Αλλά το άρθρο δεν απαντά στο προφανές ερώτημα. Πόση θα έπρεπε να είναι η κατανάλωση?
Βρισκόμαστε σε περίοδο οικονομικής κρίσης. Να κάνω λοιπόν μια συνομοσιολογική υπόθεση. Τα ψυχοφάρμακα δίνονταν χωρίς οικονομική συμμετοχή, και σήμερα δίνονται με συμμετοχή 25%, οπότε φαίνεται ότι ζόρισαν λίγο τα ταμεία. Αν ήθελα να περάσω μια πολιτική μείωσης του θεραπευτικού κόστους, ιδικά σε θέματα κατάθλιψης, που πήρε τον ανήφορο με του γερόντους, γιατί να μην προωθήσω στοχευμένες έρευνες που θα παρουσιάζουν υπέρογκη την κατανάλωση. Στο κάτω κάτω τα έφαγαν τα ψωμιά τους.
Άλλη μια συνομοσιολογική υπόθεση. Αναρωτιέμαι αν στο κράτος δικαίου που ζούμε, τα φάρμακα που δηλώνονται σαν κατανάλωση φτάνουν στον ασθενή ή μένουν στο παθητικό των ταμείων?
Υποθέτω ότι συμφωνούμε, ότι δεν είναι όλοι οι γιατροί εξ ορισμού, καθάρματα. Ότι, μερικοί τουλάχιστον, δίνουν ψυχοφάρμακα, θεωρώντας ότι είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή. Ότι ακόμα και να βγάζουν χρήματα από τις συνταγογραφίσεις, μπορούν να βγάλουν περισσότερα από τις ατέλειωτες επισκέψεις ψυχοθεραπείας. (Θυμίζω ότι το γουρουνο-αντιγριπικό πήγε αύτανδρο, χάρη στην αντίδραση των «πουλημένων» γιατρών!)
Το ότι ένας άνθρωπος που ασχολείται σοβαρά με το θέμα, δηλαδή ψυχίατρος, κρίνει σκόπιμη την φαρμακευτική θεραπεία σε μερικές περιπτώσεις, δεν αποδεικνύει ότι όντως είναι η καλύτερη επιλογή. Αλλά τουλάχιστον δείχνει ότι είναι μια επιλογή, που οφείλουμε να την πάρουμε στα σοβαρά.

Ένα ερώτημα που δεν είμαι σίγουρος ότι κατάλαβα είναι, τι θεωρείς σκόπιμο να κάνει ένας γιατρός που θεωρεί σοβαρή πιθανότητα (αλλά όχι βεβαιότητα) μια πολύ δυσάρεστη εξέλιξη, στην κατάσταση του ασθενή του? Να δώσει φαρμακευτική αγωγή ή όχι?
Σημειώνω ότι σε ψυχολογικά προβλήματα η διάγνωση μπορεί να καθυστερήσει πολύ, ακόμα και κάτω από κλινική παρακολούθηση.
Η παρακολούθηση χωρίς εγκλεισμό, προϋποθέτει και την πλήρη συμμετοχή του ασθενή. Κάτι που δεν είναι και τόσο προφανές. Όταν υπάρχει θετική στάση από τον ασθενή, η θεραπεία έχει ατού στα χέρια της.
Σημειώνω ότι ο ψυχολόγος παίζει, όταν παίζει, αποκλειστικά σε περιπτώσεις που ο ασθενής συνεργάζεται ενεργά.

Μερικές παρατηρήσεις ακόμα.
Τα αντικαταθλιπτικά αναφέρει η πιο πάνω παραπομπή, ότι επιδρούν μόνο σε βαριές περιπτώσεις κατάθλιψης. Πολύ σωστά. Τα καταθλιπτικά έχουν κατασκευαστεί για να επαναφέρουν διαταραγμένες βιοχημικές εγκεφαλικές ισορροπίες. Αν δεν είναι διαταραγμένες τι να επαναφέρουν? Είναι αναμενόμενο ότι δεν θα έχουν θετική επίδραση σε ελαφρές μορφές κατάθλιψης (που δεν έχει διαταραχθεί η βιοχημική ισορροπία). Είναι σαν να δίνεις νερό, σε έναν που δεν έχει αφυδάτωση, δεν θα πετύχεις κάτι θετικό, μπορεί να τον πιάσει και κόψιμο!
Με πια όμως λογική δίνονται. Πρώτον η διάγνωση της βιοχημικής διαταραχής, δεν είναι πάντα εύκολη και δεύτερον η χρήση έχει σκοπό να προλάβει πιθανή διαταραχή. Δηλαδή δίνεις σε ένα άτομο που θα δουλέψει σε ζέστη ένα μπουκάλι νερό πάρα πάνω, μην τυχόν πάθει αφυδάτωση.
Υποθέτοντας λοιπόν ότι οι γιατροί δεν τα δίνουν στου κουτρούλη τον γάμο, το ερώτημα για τους ερευνητές είναι: αν στις διαπιστωμένα ελαφρές περιπτώσεις κατάθλιψης, που είναι ύποπτες για μετεξέλιξη, η χρήση αντικαταθλιπτικών, έχει μειώσει την πιθανότητα εξέλιξής τους σε βαριές μορφές ή άλλες σοβαρές παθήσεις. Και αυτό συσχετιζόμενο με τις αντενδείξεις τους και τις εναλλακτικές μορφές αντιμετώπισης.
Αν πάτε σε ψυχίατρο γιατί χθες σας παράτησε η γκόμενα ή γιατί χθες πέθανε ένα προσφιλές σας πρόσωπο, είναι απίθανο να σας δώσει αντικαταθλιπτικά. Εκτός αν έχετε και άλλα συμπτώματα.

Ο ερευνητής που αναφέρεται πιο πάνω, έχει κάνει μια μετα-ανάλυση. Δηλαδή συγκεντρωτική επεξεργασία από δεδομένα πολλών πειραματικών ερευνών. Και κατέληξε ότι η δράση των ψυχοφαρμάκων είναι ισοδύναμη με τα πλασέμπο. Η μετα-ανάλυση αν ψάξεις θα δεις ότι δεν είναι και τόσο απλό πράγμα, συχνά διαφορετικοί ερευνητές, καταλήγουν σε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Από ότι φαίνεται στο κείμενό σου, άλλοι ερευνητές (πολλοί περισσότεροι) κατέληξαν σε αντίθετα συμπεράσματα. Γιατί να υποθέσουμε ότι όλοι αυτοί οι ερευνητές ήταν βαλτοί από τις φαρμακευτικές και όχι ότι ο πρώτος έκανε λάθος?
Να σημειώσουμε ότι ενώ μια πειραματική έρευνα έχει σημαντικό κόστος, η μετα-ανάλυση όσες μεθοδολογικές δυσκολίες και να έχει, έχει πολύ μικρό κόστος. Και τα αποτελέσματά της ελέγχονται εύκολα από άλλους σχετικούς επιστήμονες. Άρα το να στήσουν μια μετα-ανάλυση, δεν μου φαίνεται και τόσο πιθανό, φαίνεται εύκολα στον έλεγχο κάθε ανεξάρτητου παρατηρητή.
Η αναφορά στις αυτοκτονίες. Η κατάθλιψη συσχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα αυτοκτονιών. Θα ήθελα λοιπόν να ξέρω πως ο ερευνητής, ξέρει αν τα άτομα πήδηξαν από το παράθυρο γιατί έπαιρναν τα φάρμακα ή γιατί τα είχαν διακόψει.
Αλλά πάμε στις περιπτώσεις νεαρών ατόμων, γιατί ο ερευνητής δεν είναι άσχετος, και αναφέρεται σε ένα υπαρκτό θέμα. Η χρήση αντικαταθλιπτικών δεν συνίσταται σε νεαρά ιδίως άτομα, χωρίς παρακολούθηση, μάλιστα συνίσταται η συμμετοχή του οικογενειακού περιβάλλοντος. Κανείς ψυχίατρος δεν θα δώσει φάρμακα τέτοιου τύπου, χωρίς να εξασφαλίσει παρακολούθηση. Το πρόβλημα είναι γνωστό και σχετίζεται με το ότι τα αντικαταθλιπτικά σε ένα νέο, μερικές φορές, λειτουργούν σαν να πατάς το κουμπί της υπερτροφοδότησης σε ένα αυτοκίνητο. Για αυτό και ο γιατρός είναι σε ετοιμότητα να μειώσει την δόση ή να δώσει ένα προσωρινό αντιστάθμισμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου